«Κτήμα ες αεί». Αυτό ήταν το λογότυπο της
κτηματομεσιτικής εταιρίας που ανελαβε να πουλήσει τα διαμερίσματα της
ετέρνιτυ, μιας πόλης που σχεδιάστηκε από κορυφαίους αρχιτέκτονες και
κατασκευάστηκε από υλικά εξαιρετικά, όπως είναι τα ανθρακονήματα και το
γυαλί, με στόχο την ελαχιστοποίηση της φθοράς. Με άλλα λόγια σύλληψη και
δημιουργία απέβλεπαν στην αιωνιότητα.
Ωστόσο οι πωλήσεις δεν υπήρξαν οι αναμενόμενες. Ζευγάρια και καθημερινοί άνθρωποι δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον. Πιθανόν να έφταιγε η υψηλή τιμή, που έμοιαζε απρόσιτη. Όμως, αν διαιρούνταν με τη διάρκεια ζωής των κτηρίων που υπόσχονταν οι κατασκευαστές, δηλαδή πάνω από εκατό χρόνια, η τιμή σχεδόν εκμηδενιζόταν. Επειδή όμως ούτε από το χώρο των σελέμπριτις και του χρήματος -εκτός εξαιρέσεων- κινήθηκαν αγοραστικά, ειπώθηκε ότι ίσως η αγοραστική στασιμότητα οφειλόταν στον υποσυνείδητο φόβο των θνητών προς το άφθαρτο.
Για το λόγο αυτό έπειτα από ενδελεχείς και πολύωρες συζητήσεις, εμπνευστές, κατασκευαστές και πωλητές αποφάσισαν τροποποίηση της αρχικής στοχοθεσίας. Συμφώνησαν η πόλη να προσφερθεί ελεύθερα στην αγορά εντός και εκτός συνόρων, χωρίς τους αρχικούς περιορισμούς προτίμησης σε οικογένειες ή πολίτες της χώρας, βάσει της οποίας είχε γίνει βέβαια ο σχεδιασμός.
Η ιδέα αυτή λειτούργησε. Σε μικρό χρονικό διάστημα το 90 τοις εκατό των κτηρίων είχαν πουληθεί σε τράπεζες, εταιρίες και γραφεία κάθε είδους. Η πόλη γέμιζε το πρωί και άδειαζε το απόγευμα. Τότε τη φροντίδα της αναλάμβαναν εταιρίες φύλαξης και καθαριότητας. Με τον καιρό η πόλη απέκτησε τάξη, οργάνωση και ρυθμό. Έγινε μια μηχανή, ένα εκκρεμές ακριβείας. Θα μπορούσε να την παρομοιάσει κανείς με μουσείο εργασίας.
Μόνο ετερόκλητο στοιχείο αποτελούσαν οι ανά τετράγωνο σπαρμένες παιδικές χαρές. Αυτές έδειχναν ξένο σώμα στην αέναη ροή της ετέρνιτυ.
Τα βράδια που άδειαζε η πόλη και στους δρόμους της εισέβαλλε ορμητικός ο άνεμος -αυτόν καμιά εταιρία φύλαξης δεν μπορεί να τον κρατήσει απέξω- οι παιδικές χαρές αποκτούσαν ζωή. Οι κούνιες πηγαινοέρχονταν, οι τραμπάλες έτριζαν και οι τσουλήθρες έβγαζαν ένα ανεπαίσθητο «φρ» σαν να γλιστρούσε κάποιος στις παγωμένες τους επιφάνειες.
Ωστόσο οι πωλήσεις δεν υπήρξαν οι αναμενόμενες. Ζευγάρια και καθημερινοί άνθρωποι δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον. Πιθανόν να έφταιγε η υψηλή τιμή, που έμοιαζε απρόσιτη. Όμως, αν διαιρούνταν με τη διάρκεια ζωής των κτηρίων που υπόσχονταν οι κατασκευαστές, δηλαδή πάνω από εκατό χρόνια, η τιμή σχεδόν εκμηδενιζόταν. Επειδή όμως ούτε από το χώρο των σελέμπριτις και του χρήματος -εκτός εξαιρέσεων- κινήθηκαν αγοραστικά, ειπώθηκε ότι ίσως η αγοραστική στασιμότητα οφειλόταν στον υποσυνείδητο φόβο των θνητών προς το άφθαρτο.
Για το λόγο αυτό έπειτα από ενδελεχείς και πολύωρες συζητήσεις, εμπνευστές, κατασκευαστές και πωλητές αποφάσισαν τροποποίηση της αρχικής στοχοθεσίας. Συμφώνησαν η πόλη να προσφερθεί ελεύθερα στην αγορά εντός και εκτός συνόρων, χωρίς τους αρχικούς περιορισμούς προτίμησης σε οικογένειες ή πολίτες της χώρας, βάσει της οποίας είχε γίνει βέβαια ο σχεδιασμός.
Η ιδέα αυτή λειτούργησε. Σε μικρό χρονικό διάστημα το 90 τοις εκατό των κτηρίων είχαν πουληθεί σε τράπεζες, εταιρίες και γραφεία κάθε είδους. Η πόλη γέμιζε το πρωί και άδειαζε το απόγευμα. Τότε τη φροντίδα της αναλάμβαναν εταιρίες φύλαξης και καθαριότητας. Με τον καιρό η πόλη απέκτησε τάξη, οργάνωση και ρυθμό. Έγινε μια μηχανή, ένα εκκρεμές ακριβείας. Θα μπορούσε να την παρομοιάσει κανείς με μουσείο εργασίας.
Μόνο ετερόκλητο στοιχείο αποτελούσαν οι ανά τετράγωνο σπαρμένες παιδικές χαρές. Αυτές έδειχναν ξένο σώμα στην αέναη ροή της ετέρνιτυ.
Τα βράδια που άδειαζε η πόλη και στους δρόμους της εισέβαλλε ορμητικός ο άνεμος -αυτόν καμιά εταιρία φύλαξης δεν μπορεί να τον κρατήσει απέξω- οι παιδικές χαρές αποκτούσαν ζωή. Οι κούνιες πηγαινοέρχονταν, οι τραμπάλες έτριζαν και οι τσουλήθρες έβγαζαν ένα ανεπαίσθητο «φρ» σαν να γλιστρούσε κάποιος στις παγωμένες τους επιφάνειες.
Τρίκαλα 2012
Από το βιβίο "η θεωρία των χαρταετών"
Βαναργιώτης Αλέξανδρος,
Από το βιβίο "η θεωρία των χαρταετών"
Βαναργιώτης Αλέξανδρος,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου