Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Απαρηγόρητος

Είχε μέρες να κοιμηθεί. Το κεφάλι του ήταν έτοιμο να εκραγεί. Ακόμα και τ' αυτιά του πονούσαν. Η τηλεόραση έπαιζε ολημερίς κι ολονυχτίς. Οι δημοσιογράφοι εναλλάσσονταν μα η απελπισία και η θλίψη που σκόρπιζαν ίδια. Αρμαγεδδών, συντέλεια; Δεν ήξερε τι θα ερχόταν αλλά σίγουρα κάτι πολύ κακό. Η γυναίκα του σηκωνόταν, μαγείρευε, έκανε δουλειές, "κλείσ'τη τη ρημάδα", του έλεγε,"θα σε τρελάνει". Στο τέλος απόκαμε, ξάπλωνε δίπλα του στον καναπέ και την έπαιρνε ο ύπνος. Κάποια στιγμή ανακοινώθηκε ότι ο πρωθυπουργός υπέγραψε τελικά την πολυπόθητη συμφωνία. Ο Αρμαγεδδών απεφεύχθη. Μετά άκουσε αναλυτικά τα μέτρα που επιβάλλει η Ευρώπη στη χώρα. Αντί να χαρεί έπαθε σύγχυση. Η αρχική αίσθηση νίκης, το πριν λίγες μέρες δημοψήφισμα του ενθουσιασμού, ανέβηκαν σαν κόμπος στο λαιμό του και τον έπνιγαν. Έκλεισε την τηλεόραση, προσπέρασε τη γυναίκα του που είχε αποκοιμηθεί πάλι στον καναπέ και βγήκε στο μπαλκόνι. Έψαξε για τσιγάρα αλλά το πακέτο ήταν άδειο. Έσκυψε πάνω από το κενό και ανάσανε βαθιά να υποχωρήσει το πνίξιμο. Μετά πήγε στην αποθήκη. Πήρε τη σημαία και την έβαλε στον ιστό. Απέφευγε να την βγάζει στις εθνικές επετείους γιατί από τα χρόνια είχε σκιστεί και είχε γεμίσει ξέφτια. Την κοιτούσε έτσι ταλαιπωρημένη να κυματίζει για ώρα. Στο τέλος άρχισε να κλαίει απαρηγόρητος.

Α.Β

Προκεχωρημένα φυλάκια


Εκπαιδεύτηκε άριστα στα μετόπισθεν. Οδηγίες, προσομοιώσεις, σκληρή καθημερινή άσκηση. Όταν ήρθε η ώρα να περάσουν μπροστά και βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης, ένιωθε μια άνεση. Γέμιζε, πυροβολούσε και κρυβόταν. Πολλοί γύρω του τραυματίζονταν και σκοτώνονταν. Αναμενόμενες οι απώλειες.
Μέχρι που ένα βράδυ καθώς προχωρούσαν έρποντας έσκασε δίπλα του μια νάρκη. Δεν βρίσκονταν σε ναρκοπέδιο. Ήταν μια τυχαία τοποθετημένη νάρκη. Μια νάρκη που είχε παραλήπτη εκείνον. Δεν τον σκότωσε. Όταν όμως κατάφερε να δει ξανά το φως, έβλεπε αλλιώς, όταν το βουητό σίγησε στ' αυτιά του, άκουγε αλλιώς. Η αφή του ήταν διαφορετική και η όσφρηση επίσης. Οι αισθήσεις λειτουργούσαν πια σε συνάφεια με τα πολλαπλά τραύματα του κορμιού και της ψυχής του. Εκείνο το βράδυ γεννήθηκε ένας άλλος άνθρωπος ή εμφανίστηκε ένας άλλος κόσμος. Κι όταν θυμήθηκε τον πόλεμο, κοίταξε γύρω του και είδε ανθισμένα λιβάδια, πληγωμένους, αλλά χαμογελαστούς ανθρώπους. Δεν υπήρχαν μετόπισθεν, ούτε μέτωπο, ούτε εχθροί. Η έκρηξη της σωτήριας νάρκης τον είχε μεταφέρει στα προκεχωρημένα φυλάκια, εκεί που ο χρόνος μετράει αλλιώς κι η μόνη μάχη είναι για την αγάπη.

Α.Β