Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Σαρακοστές



Η πρώτη ενσυνείδητη σαρακοστή ήταν με τη μετάθεση του πατέρα μου στο Δομοκό. Έπρεπε να αφήσω τους φίλους, τα γνώριμα μέρη της Κρήτης, και να προσαρμοστώ στο καινούριο περιβάλλον. Την ίδια περίοδο περίπου συνήθισα σιγά σιγά να ζω χωρίς την αγαπημένη μου θεία, την αδελφή της μητέρας, που έφτιαχνε για χάρη μου μια μοσχομυριστή χορτόπιτα, όταν πηγαίναμε στο χωριό. Έφυγε από ένα αθώο στραμπούληγμα ποδιού. Θρόμβωση... Και ακολούθησαν οι σαρακοστές των Τρικάλων, λίγα χρόνια μετά. Καινούριο περιβάλλον και αποχωρισμός από φίλους που μέσα στην αθωότητά μου πίστευα ότι θα ξαναβρεθούμε. Δούλευα πολύ εσωτερικά τη μνήμη και τη νοσταλγία. Σύντομα κατάλαβα ότι δύσκολα οι άνθρωποι που απομακρύνονται συναντιούνται πάλι. Ήταν μια ελπίδα όμως που με βοηθούσε να αντέξω. 'Επειτα ήρθε η σαρακοστή των παππούδων και των γιαγιάδων. Η κορυφαία σαρακοστή του πατέρα. Και πιο πρόσφατα της μητέρας. Στο μεταξύ αυτών των σαρακοστών, πολλούς ανθρώπους στερήθηκα με τη θέλησή μου ή χωρίς. Όλη η ζωή μου λοιπόν υπήρξε μια άσκηση νηστείας. Ένας εθισμός στην έλλειψη. Γι' αυτό πάντα οι σαρακοστές μου φαίνονται οικείος χώρος, δρόμος περπατημένος. Τις αγαπώ. Και επειδή οι παιδικές συνήθειες δεν μας εγκαταλείπουν εύκολα, βαθιά μέσα μου έχω την ελπίδα πως όλα αυτά που στερήθηκα, ανθρώπους, τόπους, χαρές, θά 'ρθει καιρός κάποτε που θα τα ξανασυναντήσω.

Αλέξανδρος Βαναργιώτης