Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Εν Διστόμω



Ήταν περίεργη η ζωή στο Δίστομο. Ευγενικοί άνθρωποι, εξαιρετικό κλίμα, στις πλατείες πλατάνια και δροσερό αεράκι ακόμη και τις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Όμως στην ατμόσφαιρα αιωρούνταν η μυρωδιά της σφαγής. Στα στενά που περπατούσες, τα παλιά πέτρινα σπίτια ήταν φορτωμένα μνήμες. Κάποια δεν κατοικήθηκαν ξανά ποτέ. Έμειναν χρόνια έρημα με το αίμα να έχει ποτίσει ανεξίτηλα τα ξύλινα πατώματα και απέξω με κόκκινα γράμματα να επισημαίνεται"Εδώ σφαγιάσθηκαν υπό των..." Οι νέοι με εκδηλώσεις μνήμης, που με τον καιρό εκφυλίστηκαν σε ανούσια πανηγυράκια, ακολουθούσαν την φυσική πορεία του χρόνου που θέλει όλα κάποτε να είναι ανάμνηση. Όμως η λιτανεία κατέληγε στο λόφο με τα ονόματα των νεκρών και τα οστά. Μια πραγματικότητα που γεννούσε αναπόφευκτα ρίγος και στους πιο αμνήμονες. Τον καιρό που υπηρέτησα, ζούσε ακόμη η Μαρία Παντίσκα, "η γυναίκα του Διστόμου", όπως καταγράφηκε στην ιστορία εκείνη η μαυροφόρα νέα που φωτογραφήθηκε με τα χέρια σταυρωμένα, να κλαίει δύο μήνες μετά τη σφαγή. Μου την έδειξαν τα εγγόνια της ξαπλωμένη στο κρεβάτι με γεροντική άνοια. Ζούσε η Παναγιώτα Σφουντούρη, η σπιτονοικοκυρά μου, η οποία έχασε τον άνδρα της και η ίδια γλίτωσε πηδώντας, έγκυος ούσα, από το πίσω μπαλκόνι. "Γιατί κυρία Παναγιώτα", τη ρώτησα κάποια φορά στις 10 Ιουνίου, "δεν κατεβαίνεις κι εσύ στις εκδηλώσεις;" "Αχ παιδάκι μου, μου απάντησε. Εγώ αυτή τη μέρα μόνο να κλαίω μπορώ, μόνο να κλαίω". Και ήταν 82 ετών...

Αλέξανδρος Βαναργιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου