Μας μάζεψε σε ένα διάλειμμα η δασκάλα στις αρχές του
χρόνου. «Από αύριο θα έχουμε κοντά μας ένα εξαιρετικό παιδί, το Στέφανο.
Θέλω να τον αγαπήσετε και να τον προσέξετε». Μας είπε ότι διαφέρει λίγο
από τα συνηθισμένα παιδιά. Κάποια προβλήματα υγείας είχε. Αυτό σήμαινε
ότι η αγάπη μας θα έπρεπε να είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Την άλλη μέρα
ήρθε ο Στέφανος. Ένα καχεκτικό παιδί σε αναπηρικό καροτσάκι. Μας κοίταζε
με ανησυχία. Ο πατέρας του με έναν δάσκαλο ανέβασαν το καροτσάκι
στη σκάλα. Δεν υπήρχε τα χρόνια εκείνα καμιά πρόβλεψη για αναπηρίες και
ειδικές ανάγκες. Το σχολείο, παλιό πέτρινο και όμορφο είχε παντού
σκάλες. Ο Στέφανος στα διαλείμματα έμενε στην τάξη. Μάθαμε ότι έπασχε
από μια περίεργη ασθένεια παράλυσης. Στην αρχή τον περιστοιχίζαμε όλοι
και τον ρωτούσαμε διάφορα, μετά οι περισσότεροι απομακρύνθηκαν. Μερικοί
μάλιστα είδαν σαν παιχνίδι το καροτσάκι του και πείραζαν τις ρόδες,
έλυναν τα φρένα, τον έφερναν γύρω γύρω κι εκείνος ζαλιζόταν. Στο τέλος η
δασκάλα έβαλε πέντε παιδιά να τον προσέχουν και να του κάνουν παρέα.
Ήμουν ένα από αυτά. Προσφέρθηκα αμέσως, κυρίως από καθωσπρεπισμό. Γιος
χωροφύλακα, καλό παιδί, έπρεπε να δείχνω κι ανάλογη συμπεριφορά… Τα άλλα
παιδιά ήταν ψυχούλες. Δύο αγόρια και δύο κορίτσια. Μπήκαν στην ομάδα
από αγάπη. Ο Κώστας, από πάμφτωχη οικογένεια είχε χάσει τον αδελφό του
σε ατύχημα παλιότερα. Η Άννα Μαρία, ψηλή, μελαχρινή με κάτι το μητρικό
πάνω της, φρόντιζε όλους τους αδύνατους. Όταν μεγάλωσε για ένα διάστημα
εργάστηκε ως νοσηλεύτρια στον Άγιο Σάββα στην Αθήνα κι ύστερα έμαθα ότι
έγινε μοναχή σε μοναστήρι της Αττικής. Ανάλογης ποιότητας και τα άλλα
δύο παιδιά. Στα διαλείμματα, άλλος πήγαινε να πάρει από το κυλικείο
κάτι, άλλος έβαζε ξύλα στη σόμπα, ενώ οι υπόλοιποι κουβέντιαζαν ήρεμα
μεταξύ τους και με τον Στέφανο. Η Άννα Μαρία τον τάιζε κουλουράκι στο
στόμα.
Αρχές Δεκέμβρη η υγεία του Στέφανου χειροτέρεψε. Δεν ερχόταν
στο σχολείο. Του πηγαίναμε τα μαθήματα στο σπίτι εναλλακτικά οι πέντε
και καθόμασταν λίγο να του κάνουμε παρέα. Έριξε ένα χιόνι κοντά στα
Χριστούγεννα απίστευτο. Τα σχολεία έκλεισαν για μια εβδομάδα. Δεν
κυκλοφορούσε τίποτα στους δρόμους. Εκείνες τις μέρες μάθαμε ότι ο
Στέφανος αναχώρησε από τον κόσμο αυτό. Τυλιγμένοι στα παλτά μας,
βουρκωμένοι, δίπλα στη δασκάλα, ακολουθούσαμε και οι συμμαθητές την
εκφορά της σορού του. Απ’ όλους πιο απαρηγόρητη η Άννα Μαρία.
Ξεσκούφωτη, με ξέπλεκα χιονισμένα μαλλιά και κόκκινα μάτια, σαν
αγγελούδι των Χριστουγέννων βάδιζε δίπλα μας αμίλητη κι έλαμπε μέσα στη
θλίψη της. Θεέ μου, πώς έλαμπε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου